Λίγο πριν έρθει καλοκαίρι*

Της Διονυσίας Μπίθα,
Κοινωνικής Λειτουργού

Κάποια μέρα θα το νιώσεις. Θα φορέσεις μια ψάθα και θα φύγεις για λίγο μακριά. Ο αέρας θα μυρίζει αλλιώτικα. Κι εσύ θα ψάχνεις στην άμμο για μικρά κοχύλια. Κι αν υπάρχει εκείνο το νησί που ονειρεύεσαι μεμιάς θα κολυμπάς  σ΄ άλλα νερά. Πιο καθαρά. Κι αν υπάρχουν οι άνθρωποι που φαντάζεσαι, θα έρχονται μπροστά σου. Και θα λένε παραμύθια τα μεσημέρια και τα βράδια θα ζωγραφίζουν τον ουρανό με όνειρα. Μ΄άστρα και γιασεμί. Με πεφταστέρια και νυχτολούλουδο. Κι αν ζουν οι ήρωες των παραμυθιών θα γίνουν οι καλύτεροι σου φίλοι. Φίλοι για τα ταξίδια του μυαλού. Φίλοι για τα κάστρα τα φανταστικά σου. Οι καλύτεροι. Οι πιο χρωματιστοί. Με το πιο φωτεινό χαμόγελο. Για της δείξεις πως είναι στα όνειρά σου όταν χαμογελούν οι φίλοι. Πως είναι να είναι πάντα καλοκαίρι.

Κι αν ζουν τα καλοκαίρια που άφησες πίσω, θα σε ξυπνούν τα βράδια οι αναμνήσεις. Με ένα ποτήρι παγωμένο νερό. Για τη δροσιά τους. Και λίγη βανίλια πίσω από τ΄αυτιά για τη γλύκα τους. Κι αν βρεις λίγη άμμο στο σεντόνι ξανακλείσε τα μάτια. Λίγη βουτιά ακόμα. Ένα όνειρο ακόμα. Για τα καλοκαίρια που άφησες πίσω. Για εκείνα. Τα πιο γλυκά. Σαν παγωτό λιωμένο με το κουτάλι. Σαν παγωτό που δε θες να τελειώσει.

Κι αν κάπου πιο δίπλα λένε ένα καινούριο παραμύθι, τρύπωσε κρυφά για ν’ ακούσεις. Κλείσε τα μάτια και τρύπωσε στην αγκαλιά της. Μια αγκαλιά τρεις γενιές. Τρεις γενιές παραμύθια. Τρεις γενιές όνειρα. Παραμύθια κι όνειρα που ζουν για πάντα. Κι όσο εσύ μεγαλώνεις, τόσο εκείνα φωνάζουν και γράφουν μέσα μας. Για να μένει η γλύκα. Για να φεύγει το δάκρυ. Για να σβήνουν τα κενά. Για να ψάχνεις την αγκαλιά.
Κι ονειρεύτηκα ξανά ένα-ένα τα παραμύθια. Κι έγινα ξανά μικρή. Με ένα κόκκινο πουά σορτσάκι και λευκά σαμπώ. Κι ένα μπλουζάκι λευκό και στέκα με κεράσια στα μαλλιά. Με κοντοκουρεμένες μαύρες μπούκλες και φακίδες στα μάγουλα. Μια μικρή σε εκείνη την αυλή. Φωνές παιδικές. Γέλια και τραγούδια. Θεατρικά και ζωγραφιές. Μαρκαδόροι και μπογιές. Λευκές κιμωλίες για να ζωγραφίσεις τη ζωή. Λίγο πριν έρθει καλοκαίρι.

Το καλοκαίρι που μάθαινα τις λέξεις. Τότε, που κάνανε χορό τα πρώτα όνειρα. Και έβρισκα χαρά στο παγωμένο γάλα με κακάο. Στις πατάτες της μαμάς με τη ρίγανη. Στο παγωτό ξυλάκι με σοκολάτα και βανίλια. Στο αλατισμένο καλαμπόκι μετά τα πρώτα μπάνια στη θάλασσα. Στις φέτες λεμονιού μέσα στην παγωμένη σπιτική λεμονάδα. Στη μαρμελάδα φράουλα μαζί με βούτυρο. Στα κεράσια που καλύτερα μου άρεσαν σαν σετ σκουλαρίκια στα παιδικά αυτάκια. Λίγο πριν έρθει καλοκαίρι.
Τώρα πια ψάχνεις τις λέξεις. Να τις κάνεις όνειρα. Να γράψεις παραμύθια. Να βρίσκεις τη χαρά μέσα απ' τη χαρά της. Στα μάτια της που στάζουν λαχτάρα. Μια αγκαλιά με άρωμα γαρδένια και μπουγαρίνι μαζί. Μια αγκαλιά σε μια νύχτα σιωπές. Μια αγκαλιά με χρώματα μέσα στο σκοτάδι. Μια αγκαλιά για να κρυφτείς. Μια νύχτα λίγο πριν έρθει το καλοκαίρι...


Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις