For my Santa*

Της Διονυσίας Μπίθα,
Κοινωνικής Λειτουργού




Μια νύχτα κρύα ήταν κι εκείνη θυμάμαι... Λίγο πριν τα Χριστούγεννα! Με μια μάλλινη κουβέρτα, τις χρωματιστές πυζάμες μου κι εγώ να χαζεύω μαγεμένη τα φωτάκια του δέντρου! Σε όλους τους  τρέλούς συνδυασμούς! Να καθρεφτίζουν στα παιδικά μου μάτια την προσμονή των Χριστουγέννων και όχι μόνο...

Και ξάπλωνα για να τα βλέπω καλύτερα... Το μόνο που μου έλειπε ήταν η ζεστασιά από ένα αναμμένο τζάκι! Πάντα ονειρευόμουν πως είχαμε ένα! Και πως άναβα τη φωτιά κι έπαιζα με τα ξύλα... Πως μύριζα τις κάφτρες στην ατμόσφαιρα! Ναι, ένα τζάκι! Για συντροφιά μαζί και σκέψη! 
-Ακόμα εκεί είσαι; Έλα και θα κρυώσει το γάλα σου...
-Έρχομαι-έρχομαι...λίγο ακόμα! 
Κι ονειρευόμουν ότι ανοίγω κι εγώ τους σάκους του Αη-Βασίλη! Παγωμένους από τα ταξίδια, αλλά έτοιμους να σε ζεστάνουν με τις χιλιάδες ευχές γραμμένες από παιδικά χεράκια και όχι μόνο... Διαβάζω κι εγώ τα χιλιάδες γράμματα του Αη-Βασίλη... Ναι, πίστευα ότι υπάρχει! Πάντα υπήρχε στη δική μου ψυχή... Κι έδωσα μάχες απίστευτες για χάρη του... Ναι, καλά ακούς! Μάχες! Και απαρηγόρητα κλάμματα γιατί μου χαλούσαν το όνειρο που είχα πλάσει με το παιδικό μου μυαλό! Κι έτρεχα πίσω στο σπίτι να το πω... 

Μα, υπάρχει σου λέω... Υπάρχει: τον έχω δει... Εκεί στη σκάλα να τρέχει να κρυφτεί! Και φώναζα σαν άκουγα το κουδούνι:  "Ηρθε,-ήρθε! Το'ξερα ότι θα'ρθει!"  Κι άνοιγα την πόρτα δειλά. Με φόβο και λαχτάρα μαζί. Πρώτα να τον δω και μετά για να δω τι άφησε... Και πέρασαν χρόνια πολλά! Να χτυπάει το κουδούνι κι εγώ να τρέχω να τον προλάβω... Να αγγίξω λίγο από τη γούνινη στολή του! Να   χαϊδέψω τη μακριά του γενιάδα! Να χώσω τα χέρια μου μέσα στο σάκο του για να δω πόσα δώρα μπορεί να χωρέσει! Να πάρω λίγη από τη μαγεία του και μια χούφτα χιόνι από τις μπότες του!

Ώσπου, μεγάλωσα. Και μια μέρα μου είπαν έτσι απλά: Ο Αη-Βασίλης δεν υπάρχει! Και δεν ήθελα να τ' ακούσω, δεν ήθελα να ξέρω! Ο δικός μου ήθελα να υπάρχει έστω μόνο για μένα... Ξέρω ότι πάντα κάποιος έλειπε από το σπίτι... Μπορεί να μην το έβλεπα, αλλά τελικά έλειπε και ήταν η Τζένη μου! Έτρεχε με το δώρο αγκαλιά για να το αφήσει και να κρυφτεί... Να αφήσει τη μαγεία και να κρυφοκοιτάζει τη λαχτάρα στα μάτια μου για Εκείνον!

Εκείνη τη μέρα έκλαψα, πόνεσα, "θρήνησα" Εκείνον που μου είπαν ότι δεν υπάρχει... Μέσα μου, όμως, τον είχα φυλάξει καλά! Σαν ένα παραμύθι που θα έλεγα στο μωρό μου! Σ' εκείνη που λαχταράει για παραμύθια, λόγια μέσα στην αγκαλιά μου με τα φώτα σβηστά, μέσα στη λάμψη των ματιών της...

Χρόνια μετά... Η Τζένη κι εγώ αναβιώναμε το παραμύθι για μια άλλη μικρή! Ντυνόταν Αη-Βασίλης, φορτώναμε τα δώρα στο σάκο και χτυπούσε πάλι το κουδούνι-στα δικά μου αυτιά με εκείνον τον ίδιο ήχο της λαχτάρας... Κι άνοιγε η μικρή και υποδεχόταν τον Άγιο, κουρασμένο, φορτωμένο με δώρα και μια κουβέντα για όλους μας... Και ένα κλίκ για μια φωτογραφία ακόμα. Πέρσυ, ήταν τα τελευταία μου Χριστούγεννα εκεί... Εκεί που τελείωνε η δική μου αθωότητα για να με πάρει από το χέρι και φέτος να σκαρφίζομαι νέα παραμύθια για την αθωότητα που τώρα έφερα εγώ στη ζωή...

Τα Χριστούγεννα εκείνα θα είναι πάντα στη ψυχή μου και θα ταξιδεύουν τα όνειρα μου και τα παραμύθια της. Για μια μικρή που πάντα περίμενε τον Αη-Βασίλη. Για μια μικρή που πίστευε σε νεράϊδες και ξωτικά. Για μια μικρή που άργησε να μεγαλώσει(και βάζει στοίχημα να μην το κάνει ποτέ). Για μια μικρή που ακόμα του γράφει γράμματα. Και κοιτάζει ψηλά τις νύχτες αυτές τις κρύες για να ακούσει τα κουδουνάκια από τα ταρανδάκια του... 

Και ποιός ξέρει Αη-Βασίλη... Μπορεί να χτυπήσεις και το δικό μας κουδούνι, στο νέο σπίτι, στη νέα διεύθυνση, στη νέα "αθωότητα" που περιμένει...




Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις